Όγκοι της ουροδόχου κύστης

Όγκοι της ουροδόχου κύστης

Όγκος της ουροδόχου κύστεως
Οι όγκοι της ουροδόχου κύστεως, όπως και αυτοί που αναπτύσσονται σε πολλά άλλα μέρη του σώματος, μπορεί να είναι καλοήθεις ή κακοήθεις. Και οι δύο τύποι προέρχονται από τα κύτταρα που επενδύουν την ουροδόχο κύστη και συνήθως δημιουργούν μία (ή, σε μερικές περιπτώσεις, περισσότερες από μία) προβολή μέσα στην κοιλότητα της κύστεως, στο χώρο που προορίζεται για τα ούρα. Επιπλέον, οι κακοήθεις (καρκινικοί) όγκοι επεκτείνονται μέσα στο τοίχωμα της κύστεως και μπορεί να διασπαρθούν σε άλλα μέρη του σώματος. Αν οποιοσδήποτε τύπος όγκου αναπτυχθεί κοντά στη θέση όπου ο ουρητήρας μπαίνει στην κύστη, μπορεί να εμποδίσει τη ροή των ούρων από το νεφρό, προκαλώντας διάταση νεφρού από τα ούρα (κατάσταση γνωστή ως υδρονέφρωση). Αυτή η διάταση καταστρέφει το νεφρό και τον προδιαθέτει σε λοίμωξη.
Ο καρκίνος της κύστεως είναι ο τέταρτος σε συχνότητα καρκίνος στον άνδρα και δέκατος στην γυναίκα. Κάθε χρόνο σε όλο τον κόσμο διαγιγνώσκονται 250.000 νέες περιπτώσεις και πεθαίνουν από τη νόσο 120.000. Είναι πιο συχνός στους άνδρες και η σχέση ανδρών / γυναικών είναι 3:1, αν και τα τελευταία χρόνια η σχέση αυτή τείνει να μειωθεί και αυτό οφείλεται στο γεγονός, ότι ο αριθμός των γυναικών που καπνίζει αυξήθηκε κατακόρυφα. Είναι συχνός στις μεγάλες ηλικίες (60 και άνω χωρίς βέβαια να αποκλείονται οι μικρότερες ηλικίες), ενώ είναι σπάνιος στα παιδιά. Ευθύνεται για το 3% των όγκων στον άνθρωπο. Επίσης, είναι δεύτεροι σε συχνότητα από όλους τους όγκους του ουροποιητικού.

Συχνά στο 90 – 95% των περιπτώσεων ο ιστολογικός τύπος είναι επιθηλιακό καρκίνωμα χαμηλής όμως κακοήθειας. Το υπόλοιπο 5-10% αφορά αδενοκαρκίνωμα, σάρκωμα, μεταστατικά ή άλλα σπάνια νεοπλάσματα. Παρά το γεγονός ότι το αίτιο δεν είναι γνωστό σήμερα πολλοί παράγοντες ενοχοποιούνται για την πρόκληση της νόσου, όπως κάπνισμα, επάγγελμα, σχιστωσομίαση, ακτινοβολία πυέλου, χρ. Φλεγμονές και χρ. Λήψη αναλγητικών αλλά ο πρώτος παράγων που σήμερα θεωρείται ως κύρια αιτία είναι το κάπνισμα. Τα καρκινογόνα συστατικά του καπνού, που εισπνέει ο καπνιστής, αποβάλλονται με τα ούρα και έτσι δρουν στο βλεννογόνο της κύστεως δεδομένου ότι τα ούρα παραμένουν για αρκετό χρόνο στη κύστη μέχρι να αποβληθούν. Από τις υπάρχουσες μελέτες φαίνεται ότι οι καπνιστές έχουν 4 φορές πιθανότητες να πάθουν καρκίνο της κύστεως από τους μη καπνιστές. Ο δεύτερος συχνός αιτιολογικός παράγων είναι η έκθεση για μεγάλο χρονικό διάστημα σε διάφορα επαγγελματικά αίτια {χρώματα, αρωματικές αμίνες, ανιλίνες}. Αλλοι παράγοντες όπως η χρήση συνθετικών γλυκαντικών, η χρόνια λήψη αναλγητικών, η ακτινοθεραπεία της πυέλου, οι χρόνιες φλεγμονές έχουν ενοχοποιηθεί χωρίς να μπορούμε να ισχυριστούμε ότι είναι κάποιο αίτιο.

Σήμερα ο καρκίνος της κύστεως χωρίζεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες:

* Επιφανειακός, είναι ο καρκίνος που εντοπίζεται στον βλεννογόνο.
* Διηθητικός, ο καρκίνος εισχωρεί στο μυϊκό τοίχωμα και μπορεί να επεκταθεί και έξω από αυτό. Η διαίρεση αυτή έχει μεγάλη σημασία γιατί διαφέρει και η θεραπεία, αλλά και η πρόγνωση.

Στον επιφανειακό καρκίνο η βλάβη αφορά το βλεννογόνο και την βασική μεμβράνη ενώ στο διηθητικό υπάρχει διήθηση του μυικού τοιχώματος.

Σύμφωνα με το σύστημα σταδιοποίησης της νόσους (ΤΝΜ) διακρίνουμε τα εξής στάδια:

* Η βλάβη αφορά το βλεννογόνο της κύστεως
* Η βλάβη αφορά και τον υποβλεννογόνο
* Διήθηση του μισού μυικού χιτώνα
* Διήθηση όλου του μυικού χιτώνα
* Διήθηση περικυστικού λίπους
* Διήθηση παρακείμενων οργάνων

Σύμφωνα με το σύστημα ΤΝΜ ο επιφανειακός καρκίνος αφορά τα στάδια 1 και 2 καθώς και καρκίνωμα in-situ, ενώ από τα στάδια 2 και πάνω για διηθητικό καρκίνο.

Ποια είναι τα συμπτώματα;
Το χαρακτηριστικό σύμπτωμα ανεξάρτητα εάν πρόκειται για επιφανειακό ή διηθητικό καρκίνο, είναι η παρουσία αίματος στα ούρα (αιματουρία).

Έχει τρία χαρακτηριστικά:

*  Είναι ολική, δηλαδή τα ούρα είναι κόκκινα.
*  Είναι ανώδυνος, δηλαδή ο ασθενής δεν πονάει.
*  Είναι διαλείπουσα, δηλαδή μπορεί να υπάρχει αίμα σε μία ούρηση και εν συνεχεία τα ούρα να είναι καθαρά για ημέρες ή και πιο μεγάλο χρονικό διάστημα (μήνες ή χρόνια).

Αυτό είναι δυστυχώς μειονέκτημα γιατί ο ασθενής επαναπαύεται, ενώ η νόσος υποχωρεί. Σπάνια ασθενής με καρκίνο κύστεως δεν έχει αιματουρία. Η ούρηση δεν είναι συνήθως επώδυνη, αλλά μπορεί να υπάρχει τσούξιμο κι ο ασθενής ουρεί συχνά βγάζοντας μικρές ποσότητες ούρων. Αν έχει αναπτυχθεί υδρονέφρωση, δηλαδή επέκταση του όγκου προς τους ουρητήρες, μπορεί να υπάρχει πόνος στη μέση. Κι επειδή η ουροδόχος κύστη είναι ιδιαίτερα ευπαθής σε λοιμώξεις όταν περιέχει όγκο, μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα κυστίτιδας με δυσουρία και συχνουρία. Όταν ο όγκος αναπτυχθεί στον αυχένα της κύστεως μειώνει την ακτίνα της ούρησης. Η αιματουρία λοιπόν είναι το κύριο σύμπτωμα χωρία να σημαίνει, πως κάθε αιματουρία είναι και καρκίνος, αλλά κάθε αιματουρία χρειάζεται έλεγχο ακόμη κι όταν εμφανίζεται για μία φορά.

Ποιοι είναι οι κίνδυνοι;
Όλοι οι καλοήθεις όγκοι και πολλοί μικροί κακοήθεις όγκοι ανταποκρίνονται καλά στη θεραπεία. Ωστόσο, μερικές φορές, τα καρκινικά κύτταρα διασπείρονται (κάνουν μεταστάσεις) σε άλλα μέρη του σώματος και, όταν συμβεί αυτό, οι προοπτικές για επιτυχημένη θεραπεία είναι λίγες. Μεταστάσεις δίδει στους τοπικούς λεμφαδένες και πιθανώς σε οστά, συκώτι και πνεύμονες.

Τι πρέπει να γίνει;
Πάντοτε να συμβουλεύεστε το γιατρό σας, αν διαπιστώσετε αίμα στα ούρα σας. Ο γιατρός θα πάρει δείγματα ούρων και αίματος για ανάλυση και, ανάλογα με τα αποτελέσματα, μπορεί να σας πει ότι πρέπει να κάνετε Πάντοτε να συμβουλεύεστε το γιατρό σας, αν διαπιστώσετε αίμα στα ούρα σας. Ο γιατρός θα πάρει δείγματα ούρων και αίματος για ανάλυση και, ανάλογα με τα αποτελέσματα, μπορεί να σας πει ότι πρέπει να κάνετε μερικές ακόμα διαγνωστικές εξετάσεις, όπως η κυστεοσκόπηση και η ενδοφλέβια πυελογραφία ή κυστεογραφία. Αν ανακαλυφθεί όγκος, πρέπει να ληφθεί ένα δείγμα του με βιοψία ώστε να προσδιοριστεί αν είναι καλοήθης ή κακοήθης. Εργαστηριακώς, διαπιστώνεται αναιμία (σιδηροπενική αναιμία) από την συχνή αιματουρία.

Ποια είναι η θεραπεία;
Η συνηθισμένη θεραπεία για όλους τους όγκους της ουροδόχου κύστεως είναι η καταστροφή τους με καυτηρίαση, που επιχειρείται με μια ειδική μήλη, προσαρμοσμένη σε ένα κυστεοσκόπιο {η τεχνική αυτή ονομάζεται θερμοκαυτηρίαση}. Ο ουρολόγος εξετάζει το εσωτερικό της ουροδόχου κύστεως με το κυστεοσκόπιο και χειρίζεται τη μήλη έτσι, ώστε να καταστρέψει τα κύτταρα. Με το χειρισμό αυτόν λύνεται συνήθως το πρόβλημα, αλλά στη συνέχεια θα πρέπει να παρακολουθείστε κάθε εξάμηνο επί τρία τουλάχιστον χρόνια για να είστε βέβαιος ότι δε θα ξαναπαρουσιαστεί η πάθηση. Αν ένας όγκος έχει προσβάλει μεγάλη περιοχή της κύστεως, μπορεί να είναι απαραίτητη μια χειρουργική επέμβαση στην κοιλία. Σε βαριές περιπτώσεις, μπορεί να χρειάζεται να αφαιρεθεί ολόκληρη η ουροδόχος κύστη, οπότε οι ουρητήρες θα συνδεθούν με ένα άνοιγμα στο κοιλιακό τοίχωμα, που γίνεται ειδικά για τον σκοπό αυτό. Μετά από αυτό, τα ούρα θα τρέχουν μέσα σε ένα σάκο {«μία εξωτερική κύστη»}, που πρέπει να αδειάζετε κάθε μέρα ή πιο συχνά. Οι σύγχρονες τεχνικές έχουν καταφέρει να κάνουν τη διαδικασία αυτή ασφαλή, αποτελεσματική και διακριτική. Μετά από την εγχείρηση, μπορεί να εφαρμοστεί ακτινοθεραπεία, για να καταστραφεί κάθε ανώμαλο κύτταρο που έχει απομείνει.

Θεραπεία επιφανειακού καρκίνου
Επειδή οι όγκοι αυτοί σε μεγάλο ποσοστό, που φθάνει και το 80% υποτροπιάζουν, ο σκοπός αυτής της θεραπείας είναι, αφ’ ενός να αφαιρεθεί ο όγκος και αφ’ ετέρου να προφυλάξουμε τον ασθενή από τις υποτροπές, αλλά και από τον κίνδυνο να μεταπέσει σε διηθητικό. Γίνεται εκτομή του όγκου με ειδικό μηχάνημα που εισάγεται δια μέσου της ουρήθρας {διουρηθρική}. Αφαιρούμε από το σημείο της βάσεως του όγκου και τμήμα του μυϊκού τοιχώματος με σκοπό να δούμε, εάν υπάρχει διήθηση του μυϊκού χιτώνα της κύστεως. Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιούμε και τα Laser για την καταστροφή των όγκων. Εν συνεχεία για την προφύλαξη του ασθενούς από τον κίνδυνο των υποτροπών γίνεται έγχυση στην κύστη κυτταροστατικών φαρμάκων ανά τακτά χρονικά διαστήματα. Ο ασθενής υποβάλλεται σε έλεγχο με κυστεοσκόπηση για αρκετά χρόνια. Περίπου το 60-80% των ασθενών με επιφανειακό όγκο υποτροπιάζει και ένα 10-15% των επιφανειακών όγκων θα μεταπέσει σε διηθητικό.

Θεραπεία Διηθητικού Καρκίνου Κύστεως
Επειδή πρόκειται για επιθετικό καρκίνο χρειάζεται άμεση και ριζική θεραπεία. Σήμερα τα καλύτερα αποτελέσματα επιτυγχάνονται με τη χειρουργική θεραπεία, κατά την οποία αφαιρείται η κύστη με τον προστάτη και τις σπερματοδόχες κύστες {ριζική κυστεκτομή} και γίνεται, είτε αντικατάσταση της κύστεως με τη δημιουργία νέας κύστεως από τμήμα εντέρου, ώστε ο ασθενής να ουρεί φυσιολογικά ή σε περιπτώσεις που αυτό δε είναι εφικτό γίνεται εκτροπή των ούρων στο κοιλιακό τοίχωμα και τα ούρα συλλέγονται σε ειδικό σάκο. Τα αποτελέσματα είναι πολύ καλά εφόσον η εγχείρηση γίνει στα αρχικά στάδια. Σε προχωρημένα στάδια, ή σε περιπτώσεις που ο ασθενής αρνείται την εγχείρηση ή δεν μπορεί να χειρουργηθεί για άλλους λόγους, {μεγάλη ηλικία, ύπαρξη νόσων που απαγορεύουν την επέμβαση}, μπορεί να υποβληθεί σε ακτινοθεραπεία ή σε χημειοθεραπεία με λιγότερο καλά αποτελέσματα. Τελειώνοντας τονίζεται ότι κάθε αιματουρία πρέπει να ελέγχεται χωρίς να σημαίνει πως κάθε αιματουρία είναι και καρκίνος. Επίσης σε περίπτωση διηθητικού καρκίνου πρέπει να γίνεται γρήγορα η κυστεκτομή γιατί στα αρχικά στάδια μπορεί να οδηγήσει στην ίαση της νόσου και μάλιστα σήμερα με τη δυνατότητα δημιουργίας νέας κύστεως από τμήμα εντέρου και ποιότητα ζωής είναι άριστη δεδομένου ότι ο ασθενής ουρεί φυσιολογικά.

Έγκαιρη διάγνωση – Πρόληψη
Δυστυχώς ο καρκίνος της κύστεως στα αρχικά στάδια που είναι ιάσιμος είναι ασυμπτωματικός και μπορεί να παραμείνει για μεγάλο διάστημα χωρίς κανένα σύμπτωμα. Το μοναδικό σύμπτωμα είναι η αιματουρία που μπορεί να είναι μικροσκοπική ή μακροσκοπική. Για το λόγο αυτό πρέπει κάθε αιματουρία να ελέγχεται ακόμη και όταν εμφανίζεται για πρώτη φορά.

Ο έλεγχος γίνεται με τις παρακάτω εξετάσεις:

* Υπερηχογράφημα νεφρών, κύστεως, προστάτη. Ελέγχεται όλο το ουροποιητικό σύστημα για την ύπαρξη νεοπλασίας.
* Ενδοφλέβια πυελογραφία. Σήμερα επειδή το υπερηχογράφημα γίνεται πιο εύκολα και γρήγορα η χρήση της πυελογραφίας έχει μειωθεί χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υπολείπεται η διαγνωστική της αξία.
* Κυτταρολογική ούρων . Εξετάζονται τα ούρα για ύπαρξη νεοπλασματικών κυττάρων. Είναι και απλή εξέταση και το ποσοστό επιτυχούς διάγνωσης είναι μεγάλο.
* καρκινικοί δείκτες . Είναι βιοχημικές εξετάσεις με τις οποίες βρίσκουμε καρκινικές ουσίες στα ούρα που ελευθερώνονται από τα νεοπλασματικά κύτταρα. Δηλαδή ρίχνοντας λίγες σταγόνες από το αντιδραστήριο στα ούρα μπορούμε αμέσως με την αλλαγή του χρώματος να έχουμε πληροφορίες για την ύπαρξη νεοπλασματικών κυττάρων.
* κυστεοσκόπηση. Είναι μία απλή εξέταση κατά την οποία περνώντας από την ουρήθρα ένα ειδικό εργαλείο που λέγεται κυστεοσκόπιο μπορούμε να δούμε όλη την κύστη και να διαπιστώσουμε την ύπαρξη ή μη όγκου. Εκτός από την διάγνωση σε περίπτωση που υπάρχει νεόπλασμα μπορούμε να έχουμε πληροφορίες όσον αφορά το στάδιο, το μέγεθος, και την θέση που μας βοηθούν στην επιλογή της θεραπείας.
* αξονική τομογραφία. Συνήθως γίνεται για να γνωρίσουμε το στάδιο της νόσου και να καθορίσουμε το στάδιο της θεραπείας.

Όσον αφορά την πρόληψη του όγκου της κύστεως, σήμερα το μόνο γνωστό αίτιο που θεωρείται ότι προκαλεί στην κύστη καρκίνο, είναι το κάπνισμα. Ο μηχανισμός είναι απλός: οι καρκινικές ουσίες αποβάλλονται από τα ούρα και έτσι παραμένοντας στην κύστη για αρκετό διάστημα δρουν ερεθιστικά στο βλεννογόνο προκαλώντας εξαλλαγή. Επομένως η διακοπή του καπνίσματος μειώνει σημαντικά τον κίνδυνο ανάπτυξης καρκίνου στην κύστη. Όπως αναφέρθηκε υπάρχουν και μερικά επαγγέλματα που εκθέτουν τον άνθρωπο σε κίνδυνο. Βέβαια ο χρόνος έκθεσης πρέπει να είναι μεγάλος και κυμαίνεται από 15-40 χρόνια. Στις ομάδες αυτές γίνεται προληπτικός έλεγχος κάθε χρόνο για έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία. Σαν συμπέρασμα μπορούμε να πούμε ότι η διακοπή του καπνίσματος και ο έλεγχος κάθε αιματουρίας είναι τα δύο βασικά σημεία για την πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου της κύστεως.

Leave a Comment