Πανάδες

Πανάδες

Οι πανάδες (στην ιατρική ορολογία = Μέλασμα) είναι βλάβες του δέρματος μεγαλύτερης έκτασης και πιο ανοιχτόχρωμες σε σχέση με τις κηλίδες, με ασαφή συνήθως όρια και καφέ ή καφε-κίτρινη χροιά.

Πανάδες – Μέλασμα- Xλόασμα
Στις περισσότερες περιπτώσεις είναι επιδερμικές (όχι βαθιές) βλάβες, και οφείλονται στην αύξηση της μελανίνης και την δράση συγκεκριμένων ενζύμων.

Λόγοι που τις προκαλούν
Ένας σημαντικός παράγοντας εμφάνισης είναι  η UV ακτινοβολία, γι αυτό είναι ιδιαίτερα συχνό το πρόβλημα σε περιοχές με μεγάλη ηλιοφάνεια. Στις γυναίκες, με προδιάθεση, σημαντικό ρόλο έχουν οι ορμονικές ανακατατάξεις, όπως κατά την παρουσία πολυκυστικών ωοθηκών,  κατά την χρήση αντισυλληπτικών,  και κατά την εγκυμοσύνη (Χλόασμα), με τελικό αποτέλεσμα την αυξημένη δραστηριότητα μελανίνης και την εμφάνιση των χαρακτηριστικών δυσχρωμιών στο πρόσωπο.

Θεραπευτική Αντιμετώπιση
Η αντιμετώπιση του μελάσματος – χλοάσματος (πανάδων), δεν είναι εύκολη υπόθεση.  Συχνά χρειάζεται πολύμηνη, συνδυαστική εφαρμογή θεραπευτικών επιλογών, για να υπάρξει το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Οι Ειδικές αγωγές, τα Ιατρικά peelings, και η Μικροδερμοαπόξεση (Microdermabration) είναι κύριοι τρόποι αντιμετώπισης, ενώ εξειδικευμένα LASER μπορεί να χρησιμοποιηθούν, σε ειδικές περιπτώσεις. Θα πρέπει να τονίσουμε την ανάγκη για συνεχή αντιηλιακή προστασία. Έχουμε στην διάθεσή σας τις πλέον σύγχρονες θεραπευτικές μεθόδους, ώστε να επιλέγουμε -κατά περίπτωση- την πλέον κατάλληλη, για την βέλτιστη εξατομικευμενη αντιμετώπιση στο δέρμα σας.

Λεύκανση και παράγοντες αποχρωματισμού
Οι παράγοντες αποχρωματισμού συστήνονται κατά γενικό κανόνα για τη θεραπεία διαταραχών υπερμελάγχρωσης. Η βασική κατανόηση της οδού της μελάγχρωσης είναι σημαντική. Ο τύπος και η ποσότητα μελανίνης που συντίθεται από το μελανινοκύτταρο και το μοτίβο διανομής της στην επιδερμίδα καθορίζει το πραγματικό χρώμα του δέρματος. Η μελανίνη σχηματίζεται μέσα από μία σειρά οξειδωτικών αντιδράσεων στις οποίες συμμετέχουν το αμινοξύ τυροσίνη και το ένζυμο τυροσινάση. Η υπερμελάγχρωση θεραπεύεται με την εφαρμογή τοπικών παραγόντων ή/και με θεραπείες λέιζερ. Η θεραπεία με τοπικούς παράγοντες λεύκανσης και λέιζερ μπορεί να διαρκέσει βδομάδες έως και αρκετούς μήνες, μέχρι να παρατηρηθεί αξιοσημείωτη διαφορά. Στη διάρκεια της θεραπείας, οι ασθενείς πρέπει να αποφεύγουν τον ήλιο χρησιμοποιώντας αντηλιακό για τη μείωση της πιθανότητας μελαγχρωματικών αλλαγών λόγω υπεριώδους ακτινοβολίας.

Κοινές τοπικές θεραπείες

Hydroquinone (υδροκινόνη)
Μία σημαντική βιομηχανική χημική ουσία, η hydroquinone είναι και μία πανταχού παρούσα χημική ουσία εύκολα διαθέσιμη σε καλλυντικές και μη-συγταγογραφούμενες φόρμουλες λεύκανσης. Θεωρείται ένας από τους πιο αποτελεσματικούς αναστολείς της μελανινογένεσης in vitro (σε δοκιμαστικό σωλήνα) ή in vivo (σε έμβιο οργανισμό). Η hydroquinone προκαλεί αναστρέψιμη αναστολή του κυτταρικού μεταβολισμού επιδρώντας στη σύνθεση τόσο του DNA, όσο και του RNA. Οι κυτταροτοξικές επιπτώσεις της hydroquinone δεν περιορίζονται στα μελανινοκύτταρα, αλλά η δόση που απαιτείται για την αναστολή του κυτταρικού μεταβολισμού είναι πολύ υψηλότερη για τα μη-μελανωτικά κύτταρα από ό,τι για τα μελανινοκύτταρα.
Συνεπώς, η hydroquinone μπορεί να θεωρηθεί ένας ισχυρός κυτταροτοξικος παράγοντας των μελανινοκυττάρων με σχετικά υψηλή κυτταροτοξικότητα  για συγκεκριμένα μελανινοκύτταρα. Η hydroquinone αποτελεί επιπλέον ένα φτωχό υπόστρωμα της τυροσινάσης, και άρα ανταγωνίζεται την οξείδωση της τυροσίνης στα ενεργά μελανινοκύτταρα.
Η βελτίωση με την hydroquinone (ως μονοθεραπεία) παρατηρείται συνήθως μετά από 4-6 βδομάδες, με το βελτιωμένο αποτέλεσμα να σταθεροποιείται στους τέσσερις μήνες περίπου.

Υψηλότερες συγκεντρώσεις μέχρι 10% μπορούν να χρησιμοποιηθούν για περιστατικά που ανθίστανται στην αγωγή. Για καλύτερη αποτελεσματικότητα, η hydroquinone παρέχεται σε διάφορα μίγματα για τη θεραπεία της υπερμελάγχρωσης. Η αυθεντική φόρμουλα Kligman περιέχει hydroquinone 5% με retinoic acid (ρετινοϊκό οξύ) 0,1% και dexamethasone (ντεξαμεθαζόνη) 0,1% σε υδρόφιλη αλοιφή. Η Tri-Luma είναι ένας δημοφιλής συνδυαστικός λευκαντικός παράγοντας που περιέχει fluocinolone (φλουοσινολόνη) 0,01%, hydroquinone 4% και tretinoin (τρετινοΐνη) 0,05% σε μορφή κρέμας. Παρά τη γενικότερη αξιοσημείωτη ασφάλεια της hydroquinone, θα πρέπει να λαμβάνει κανείς υπόψιν τις πιθανές παρενέργειες. Η δερματίτιδα εξ επαφής συναντάται σε έναν μικρό αριθμό ασθενών και ανταποκρίνεται καλά σε τοπικά στεροειδή. Μία ασυνήθιστη, αλλά σοβαρή παρενέργεια της hydroquinone είναι η εξωγενής ωχρόνωση. Η εξωγενής ωχρόνωση έχει παρατηρηθεί σε γενικές γραμμές σε έγχρωμους ασθενείς που έχουν χρησιμοποιήσει υψηλές συγκεντρώσεις hydroquinone για πολλά χρόνια. Περιστατικά που έχουν προκύψει μετά τη χρήση hydroquinone σε συγκέντρωση 2%, έχουν επίσης αναφερθεί, αλλά αναλύσεις μερικών εξ αυτών των προϊόντων έχουν δείξει ότι στην πραγματικότητα περιείχαν πολύ υψηλότερες συγκεντρώσεις. Μία εξωγενής ωχρόνωση εξαιτίας hydroquinone αναφέρθηκε στη Νότια Αφρική. Για τον λόγο αυτό, η γενική σύσταση είναι ότι η hydroquinone θα πρέπει να διακόπτεται αν δεν παρατηρείται καμία βελτίωση μέσα σε 4-6 μήνες. Η ωχρόνωση που προκαλείται από την hydroquinone είναι συχνά δύσκολη στην αντιμετώπιση, όμως μπορεί να ανταποκριθεί σε τοπικά στεροειδή και χημικό peeling.

Η tretinoin χρησιμοποιείται για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της hydroquinone. Σε μία μεγάλου εύρους, διπλά τυφλή, ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο μελέτη, η 0,05% tretinoin προκάλεσε μείωση της περιεκτικότητας της μελανίνης σε 6 μήνες. Δύο γνωστοί αναστολείς της glutathione (γλουταθιόνη), της cystamine (κυσταμίνη) και της buthionine sulfoximine (βουτυλοθειονίνη σουλφοξιμίνη), αναφέρθηκαν επίσης ως χρήσιμοι για την ενίσχυση της ανασταλτικής δράσης της hydroquinone στη μελάγχρωση. Οι συγγραφείς της μελέτης ανέφεραν μία συνεργιστική μείωση στη μελαγχρωμία των τριχών, όταν εφαρμόστηκε συνδυασμός hydroquinone (2% ή 4%) και buthionine sulfoximine (5%) στο ραχιαίο δέρμα ποντικιών.

Monobenzyl ether of hydroquinone (μονοβενζυλαιθέρας της υδροκινόνης)
Παρόμοιο με την hydroquinone, το monobenzyl ether of hydroquinone (MBEH) ανήκει στην κατηγορία φαινόλων/κατεχόλων των χημικών παραγόντων. Αντίθετα με την hydroquinone, το MBEH σχεδόν πάντα προκαλεί σχεδόν μη-αναστρέψιμο αποχρωματισμό του δέρματος. Ίχνη από MBEH έχουν εντοπιστεί σε απολυμαντικά, μικροβιοκτόνα, δίσκους πιάτων με λαστιχένια επένδυση, κολλητική ταινία, λαστιχένια προφυλακτικά, και λαστιχένιες ποδιές. Στη δερματολογία, το MBEH πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για το σβήσιμο των εναπομεινασών περιοχών του φυσικά χρωματιστού δέρματος σε ασθενείς με ανθεκτικότητα στην αγωγή ή στην γενικευμένη λεύκη. Ο προτεινόμενος μηχανισμός αποχρωματισμού του MBEH είναι η επιλεκτική μελανοκυτταρική καταστροφή μέσω σχηματισμού ελευθέρων ριζών και η ανταγωνιστική αναστολή του συστήματος του ενζύμου τυροσινάσης.

Αζελαϊκό οξύ
Ένα φυσικά παραγόμενο, κεκορεσμένο δικαρβονικό οξύ που απομονώνεται αρχικά από τον μύκητα Pityrosporum ovale, το αζελαϊκό οξύ είναι ένας σχετικά αδύναμος ανταγωνιστικός αναστολέας της τυροσινάσης in vitro (στον δοκιμαστικό σωλήνα). Επιπλέον, το αζελαϊκό οξύ έχει μία αντιπολλαπλασιαστική και κυτταροτοξική δράση πάνω στα μελανινοκύτταρα. Αν και το αζελαϊκό οξύ χορηγούταν αρχικά για τη θεραπεία της ακμής, έχει χρησιμοποιηθεί με επιτυχία στη θεραπεία των φακίδων και της μεταφλεγμονώδους υπερμελάγχρωσης. Συστήνεται για τοπική χρήση με τη μορφή κρέμας σε συγκέντρωση 20% και έχει συνδυαστεί με γλυκολικό οξύ (15% και 20%). Η αποτελεσματικότητά του έχει συγκριθεί με την hydroquinone 4% στη θεραπεία της υπερμελάγχρωσης προσώπου σε ασθενείς με σκούρα επιδερμίδα. Η συνδυαστική φόρμουλα αναφέρθηκε ως εξίσου αποτελεσματική με τη χρήση κρέμας με hydroquinone 4%, αν και με έναν ελαφρώς υψηλότερο δείκτη τοπικού ερεθισμού.

Κοχικό οξύ (5-hydroxy-4-pyran-4-one-2-methyl)
Ένα μεταβολικό προϊόν μύκητα, το κοχικό οξύ αναστέλλει τη δράση κατεχολάσης της τυροσινάσης, η οποία αποτελεί το βασικό ένζυμο που περιορίζει τον ρυθμό βιοσύνθεσης της μελανίνης του δέρματος. Το κοχικό οξύ καταναλώνεται επίσης ευρέως στην γιαπωνέζικη διατροφή, με την πεποίθηση ότι ωφελεί την υγεία. Πράγματι, έχει φανεί ότι ενισχύει σημαντικά την ουδετερόφιλη φαγοκυττάρωση και τον πολλαπλασιασμό των λεμφοκυττάρων μέσω φυτοαιμογλουτινίνης. Τα μελανοκύτταρα που θεραπεύονται με κοχικό οξύ γίνονται μη-δενδριτικά, με μειωμένη περιεκτικότητα μελανίνης. Επιπλέον, το κοχικό οξύ τρέφεται με δραστικές μορφές οξυγόνου που απελευθερώνονται σε υπερβολικό βαθμό από τα κύτταρα ή γεννιούνται στον ιστό ή στο αίμα. Για τον περιορισμό του ερεθισμού από το κοχικό οξύ, συνδυάζεται με τοπικό κορτικοστεροειδές. Σε συγκριτική μελέτη, υδροκινόνη 2%, γλυκολικό οξύ 10% και κοχικό οξύ 2% μείωσαν την υπερμελάγχρωση σε ασθενείς με μέλασμα καλύτερα σε σχέση με τον ίδιο συνδυασμό άνευ κοχικού οξέος.

Mequinol (4-hydroxyanisole) (μεκινόλη)
Παρόμοια με την hydroquinone, η 4-hydroxyanisole (4HA) είναι κυτταροτοξική για τα μελανινοκύτταρα. Εκθέσεις αναφέρουν ότι είναι κλινικά αποτελεσματική στην αναστολή της μελανινογένεσης όταν χρησιμοποιήθηκε ως συνδυασμός κρέμας 4HA 2% με ρετινοϊκό οξύ 0,01%. Οι συγγραφείς ανέφεραν ελάχιστο τοπικό δερματικό ερεθισμό με αυτόν τον συνδυασμό. Η χρήση μονάχα 4ΗΑ 2% δεν επέφερε αξιοσημείωτο υποχρωματισμό. Η mequinol χρησιμοποιείται στην Ευρώπη σε συγκεντρώσεις που κυμαίνονται από 5-20% και έχει εγκριθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες για τη θεραπεία των ηλικιακών κηλίδων.

Ρετινοειδή
Τα ρετινοειδή, όπως η tretinoin (τρετινοΐνη) και η adapalene (αδαπαλένη), είναι παράγωγα της βιταμίνης Α. Οι μηχανισμοί για τη μείωση του χρωματισμού περιλαμβάνουν αναστολή της τυροσινάσης, παρέμβαση στη μεταφορά χρωστικής ουσίας και επιτάχυνση της επιδερμικής ανανέωσης. Επίσης, έχουν την ικανότητα να διασκορπίζουν χρωστικά μόρια ανάμεσα στα κερατινοκύτταρα. Τα ρετινοειδή μπορούν να δράσουν ως ενισχυτές διείσδυσης όταν χρησιμοποιούνται μαζί με άλλους παράγοντες λεύκανσης, όπως την hydroquinone και τη mequinol. Οι πιο γνωστές παρενέργειές τους περιλαμβάνουν έγκαυμα, τσούξιμο, ερύθημα, ξηρότητα και ξεφλούδισμα. Αν και οι παρενέργειες είναι αναστρέψιμες, η ίδια η ρετινοειδής δερματίτιδα μπορεί να οδηγήσει σε υπερμελάγχρωση, ειδικά σε άτομα με σκουρόχρωμη επιδερμίδα. Η tretinoin είναι διαθέσιμη  σε διαφορετικές ισχύς που κυμαίνονται από 0,01% μέχρι 0,1%. Σε μια μελέτη σε λευκό πληθυσμό, η tretinoin 0,1% που χρησιμοποιήθηκε ως μονοθεραπεία, περιόρισε τη γενικότερη σοβαρότητα του μελάσματος κατά 36% σε σύγκριση με το έκδοχό της.

Niasinamide (νιασιναμίδη)
Η niasinamide είναι η βιολογικά δραστική μορφή της βιταμίνης Β3. Καταστέλλει τη μεταφορά των μελανοσωμάτων στα επιδερμικά κερατινοκύτταρα. Κάποιες πρώτες μελέτες δείχνουν αναστολή κατά 35-68% των μελανοσωμάτων σε μοντέλα καλλιέργειας με 1 mmol L-1 niasinamide για 12 μέρες. Η niasinamide με retinyl palmitate (παλμιτική ρετινόλη) έχει φανεί να βελτιώνει την υπερμελάγχρωση και να αυξάνει τη λεύκανση του δέρματος μετά από 4 βδομάδες θεραπείας σε σύγκριση με το έκδοχο μόνο του.

Σόγια
Οι πρωτεΐνες σόγιας περιέχουν αναστολείς σερινοπρωτεασών που αναστέλλουν τη δράση της οδού του protease activated receptor-2 (υποδοχέας-2 που ενεργοποιείται από πρωτεάση – PAR-2). Η οδός PAR-2 είναι σημαντική για την φαγωκυττάρωση των κερατινοκυττάρων των μελανοσωμάτων και τη μεταφορά των μελανοσωμάτων. Αναστέλλοντας την οδό αυτή, ο περιορισμός της μεταφοράς μελανίνης παρέχει αποτέλεσμα λεύκανσης. Η βελτίωση της υπερμελάγχρωσης παρατηρήθηκε μετά από 12 βδομάδες εφαρμογής δύο φορές ημερησίως μη-παστεριωμένου γάλακτος σόγιας, με ελάχιστες παρενέργειες.

Καλοήθεις Μελαγχρωματικές βλάβες

Διακρίνονται σε: Συμπληρώστε το ατομικό ιατρικό ιστορικό για θεραπεία πανάδων

Επιδερμιδικές

* Φακίδες
* Ηλιακές Κηλίδες
* Εφηλίδες
* Cafe au lait κηλίδες
* Σμηγματοροϊκές Υπερκερατώσεις
* Μελαγχρ. Υπερκερατ. Επιδερμιδικοί Σπίλοι

Χοριακές

* Σπίλοι ΟΤΑ
* Μελανοκυτταρικοί Σπίλοι

Μίκτες

* Σπίλοι Becker
* Μέλασμα
* Μεταφλεγμονώδης Υπερμελάγχρωση

Χριστόφορος Τζερμιάς – Δερματολόγος/Αφροδισιολόγος.

Leave a Comment